αυγουστιάτικος

αυγουστιάτικος
-η, -ο
του μήνα Αύγουστου: Αυγουστιάτικα σύκα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αυγουστιάτικος — η, ο 1. αυτός που ανήκει ή ταιριάζει στον μήνα Αύγουστο 2. το ουδ. ως ουσ. το αυγουστιάτικο ποικιλία σταφυλιού με μαύρες στρογγυλές ρώγες που ωριμάζει τον Αύγουστο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”